Στις 24 Φεβρουαρίου 1943, γίνεται η νικηφόρα απεργία και η ιστορική πορεία των εργαζομένων Αθήνας-Πειραιά, οργανωμένη από το ΕΑΜ, εναντίον της πολιτικής επιστράτευσης.
Δείτε το βίντεο, απόσπασμα από το Ντοκιμαντέρ "ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ" (1985), από το Αρχείο ΕΡΤ καθώς και σχετικό απόσπασμα από το άρθρο του Μενέλαου Χαραλαμπίδη, «Το εαμικό αντιστασιακό κίνημα στην Αθήνα. Μια κοινωνία σε πόλεμο».
Η ΕΠΟΝ ιδρύθηκε στις 23 Φεβρουαρίου 1943, μια ημερομηνία κάθε άλλο παρά τυχαία, καθώς την επομένη, στις 24 Φεβρουαρίου, πραγματοποιήθηκε η πρώτη μεγάλη κινητοποίηση των κατοίκων της πρωτεύουσας ενάντια στο μέτρο της πολιτικής επιστράτευσης. Σύμφωνα με το μέτρο αυτό όλοι οι κάτοικοι της χώρας, ηλικίας από 16 έως 45 ετών, ήταν υποχρεωμένοι να αναλάβουν υποδεικνυόμενη από τις αρχές κατοχής εργασία και εκτός του τόπου κατοικίας τους, συγκροτημένοι σε συμβιωτικές ομάδες εργασίας εντός στρατοπέδων. Με άλλα λόγια, το μέτρο αυτό έπληττε το σύνολο του ελληνικού πληθυσμού, καθώς ο κίνδυνος της μαζικής αποστολής Ελλήνων στα εργοστάσια της Γερμανίας ήταν πλέον ορατός.
Πράγματι, στις 24 Φεβρουαρίου 1943 εκδηλώθηκε γενική απεργία στην Αθήνα, η οποία συνοδεύτηκε με τη διαδήλωση περισσότερων από 50 χιλιάδων Αθηναίων στο κέντρο της πόλης. Οι συγκρούσεις άρχισαν νωρίς το πρωί, έχοντας πολλές διάσπαρτες εστίες στο κέντρο της Αθήνας. Οι επιθέσεις των Ιταλών καραμπινιέρων προκαλούσαν τη διάσπαση των διαδηλωτών και τις συνεχείς επανασυγκεντρώσεις τους σε προσυμφωνημένα σημεία στην πόλη. Μετά από ένα δίωρο περίπου συνεχών συγκρούσεων, οι διαδηλωτές κατευθύνθηκαν προς το κτίριο του Υπουργείου Εργασίας με στόχο να καταστρέψουν τις ονομαστικές καταστάσεις εργαζομένων, βάσει των οποίων οι αρχές κατοχής θα μπορούσαν να εντοπίσουν τους προς επιστράτευση πολίτες.
Η διλοχία Ιταλών καραμπινιέρων που φύλασσε το κτίριο του υπουργείου, στη συμβολή των οδών Τοσίτσα και Μπουμπουλίνας στα Εξάρχεια, δεν στάθηκε αρκετή για να αναχαιτίσει το επιτιθέμενο πλήθος, παρά τους αρχικούς πυροβολισμούς στον αέρα και στη συνέχεια επί των διαδηλωτών. Όσοι κατάφεραν να μπουν στο κτίριο «ξεποδαριάζουν τα παράθυρα και σπάνε τουλάπες, γραφεία, τζάμια […] Αδειάζουν τα αρχεία και συγκεντρώνουν χαρτιά και ξύλα στους διαδρόμους, τα σκορπούν στα γραφεία και βάζουν φωτιά». Η φωτιά κατάστρεψε μέρος του κτιρίου. Οι βίαιες συγκρούσεις είχαν ως αποτέλεσμα το θάνατο τουλάχιστον τριών και τον τραυματισμό 59 διαδηλωτών.
Οι κινητοποιήσεις συνεχίστηκαν τις επόμενες ημέρες, με απεργίες που οργανώθηκαν από το εργατοϋπαλληλικό ΕΑΜ και το συνδικαλιστικό τομέα του ΕΔΕΣ Αθηνών, στις οποίες για μια ακόμη φορά πρωτοστάτησαν οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι φοιτητές. Οι κινητοποιήσεις κορυφώθηκαν στις 5 Μαρτίου 1943, ημέρα γενικής απεργίας στην Αθήνα, η οποία εξελίχθηκε στη μαζικότερη έως τότε διαδήλωση στους κεντρικούς δρόμους της πόλης, με τους διαδηλωτές να εισβάλουν για μια ακόμη φορά στο Υπουργείο Εργασίας. Αποτέλεσμα των σφοδρών συγκρούσεων που σημειώθηκαν μέσα και έξω από το κτίριο, ήταν ο θάνατος τουλάχιστον τριών διαδηλωτών από τα πυρά ιταλικών αλλά και γερμανικών δυνάμεων, που είχαν αποσταλεί προς ενίσχυσή τους, και το εκ νέου κάψιμο όσων ονομαστικών καταστάσεων είχαν διασωθεί από την πρώτη εισβολή.
Τη μεγαλύτερη πολιτική νίκη που πέτυχε το οργανωμένο αντιστασιακό κίνημα της πόλης κατά τη διάρκεια της Κατοχής, η οποία οδήγησε στην απόσυρση του μέτρου και στην αντικατάσταση του πρωθυπουργού Λογοθετόπουλου από έναν έμπειρο πολιτικό όπως ο Ιωάννης Ράλλης, προσπάθησε να απαξιώσει η δωσίλογη κυβέρνηση μέσω ανακοίνωσης του πρωθυπουργού, που δημοσιεύτηκε στον ημερήσιο Τύπο στις 7 Μαρτίου 1943. Στην προσπάθειά του να υποβαθμίσει τον πολιτικό χαρακτήρα των συγκρούσεων, ο Λογοθετόπουλος έκανε λόγο για τρομοκρατική δράση μιας μικρής ομάδας «αναρχικών» που παρέσυρε πολλούς εργαζόμενους, παρακωλύοντας τη λειτουργία της αγοράς και λεηλατώντας καταστήματα και κατοικίες, με στόχο την τρομοκράτηση των φιλήσυχων και νομοταγών πολιτών:
Πράγματι, στις 24 Φεβρουαρίου 1943 εκδηλώθηκε γενική απεργία στην Αθήνα, η οποία συνοδεύτηκε με τη διαδήλωση περισσότερων από 50 χιλιάδων Αθηναίων στο κέντρο της πόλης. Οι συγκρούσεις άρχισαν νωρίς το πρωί, έχοντας πολλές διάσπαρτες εστίες στο κέντρο της Αθήνας. Οι επιθέσεις των Ιταλών καραμπινιέρων προκαλούσαν τη διάσπαση των διαδηλωτών και τις συνεχείς επανασυγκεντρώσεις τους σε προσυμφωνημένα σημεία στην πόλη. Μετά από ένα δίωρο περίπου συνεχών συγκρούσεων, οι διαδηλωτές κατευθύνθηκαν προς το κτίριο του Υπουργείου Εργασίας με στόχο να καταστρέψουν τις ονομαστικές καταστάσεις εργαζομένων, βάσει των οποίων οι αρχές κατοχής θα μπορούσαν να εντοπίσουν τους προς επιστράτευση πολίτες.
Η διλοχία Ιταλών καραμπινιέρων που φύλασσε το κτίριο του υπουργείου, στη συμβολή των οδών Τοσίτσα και Μπουμπουλίνας στα Εξάρχεια, δεν στάθηκε αρκετή για να αναχαιτίσει το επιτιθέμενο πλήθος, παρά τους αρχικούς πυροβολισμούς στον αέρα και στη συνέχεια επί των διαδηλωτών. Όσοι κατάφεραν να μπουν στο κτίριο «ξεποδαριάζουν τα παράθυρα και σπάνε τουλάπες, γραφεία, τζάμια […] Αδειάζουν τα αρχεία και συγκεντρώνουν χαρτιά και ξύλα στους διαδρόμους, τα σκορπούν στα γραφεία και βάζουν φωτιά». Η φωτιά κατάστρεψε μέρος του κτιρίου. Οι βίαιες συγκρούσεις είχαν ως αποτέλεσμα το θάνατο τουλάχιστον τριών και τον τραυματισμό 59 διαδηλωτών.
Οι κινητοποιήσεις συνεχίστηκαν τις επόμενες ημέρες, με απεργίες που οργανώθηκαν από το εργατοϋπαλληλικό ΕΑΜ και το συνδικαλιστικό τομέα του ΕΔΕΣ Αθηνών, στις οποίες για μια ακόμη φορά πρωτοστάτησαν οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι φοιτητές. Οι κινητοποιήσεις κορυφώθηκαν στις 5 Μαρτίου 1943, ημέρα γενικής απεργίας στην Αθήνα, η οποία εξελίχθηκε στη μαζικότερη έως τότε διαδήλωση στους κεντρικούς δρόμους της πόλης, με τους διαδηλωτές να εισβάλουν για μια ακόμη φορά στο Υπουργείο Εργασίας. Αποτέλεσμα των σφοδρών συγκρούσεων που σημειώθηκαν μέσα και έξω από το κτίριο, ήταν ο θάνατος τουλάχιστον τριών διαδηλωτών από τα πυρά ιταλικών αλλά και γερμανικών δυνάμεων, που είχαν αποσταλεί προς ενίσχυσή τους, και το εκ νέου κάψιμο όσων ονομαστικών καταστάσεων είχαν διασωθεί από την πρώτη εισβολή.
Τη μεγαλύτερη πολιτική νίκη που πέτυχε το οργανωμένο αντιστασιακό κίνημα της πόλης κατά τη διάρκεια της Κατοχής, η οποία οδήγησε στην απόσυρση του μέτρου και στην αντικατάσταση του πρωθυπουργού Λογοθετόπουλου από έναν έμπειρο πολιτικό όπως ο Ιωάννης Ράλλης, προσπάθησε να απαξιώσει η δωσίλογη κυβέρνηση μέσω ανακοίνωσης του πρωθυπουργού, που δημοσιεύτηκε στον ημερήσιο Τύπο στις 7 Μαρτίου 1943. Στην προσπάθειά του να υποβαθμίσει τον πολιτικό χαρακτήρα των συγκρούσεων, ο Λογοθετόπουλος έκανε λόγο για τρομοκρατική δράση μιας μικρής ομάδας «αναρχικών» που παρέσυρε πολλούς εργαζόμενους, παρακωλύοντας τη λειτουργία της αγοράς και λεηλατώντας καταστήματα και κατοικίες, με στόχο την τρομοκράτηση των φιλήσυχων και νομοταγών πολιτών:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου