“Παρότι μάχιμος δημοσιογράφος, προσχώρησε εσκεμμένα, σε αναπαραγωγή , εις γνώση του, συκοφαντικών ισχυρισμών κατά της Ρένας Δούρου, με σκοπό να την βλάψει, πολιτικά, ηθικά, προσωπικά αλλά και επαγγελματικά”, αποφάσισε τελεσίδικα το Εφετείο Αθηνών, για τον Αργ Ντινόπουλο.
Με αυτόν τρόπο και τη Δικαίωση για δεύτερη φορά της Ρένας Δούρου, κλείνει οριστικά η υπόθεση της επίθεσης λάσπης και κιτρινου Τύπου, από τον πρώην βουλευτή, υπουργό αλλά και αυτοδιοικητικό στέλεχος, της ΝΔ. Στο Εφετείο προσέφυγε ο Ντινόπουλος μετά την πρωτόδικη καταδίκη του, για τα όσα, συκοφαντικά είχε πει σε βάρος της Ρένας Δούρου, σε τηλεοπτικό σταθμό (Σταρ στην εκπομπή της Πόπης Τσαπανίδου τον Μάρτιο του 2014, στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας για τις αυτοδιοικητικές εκλογές).
Το Εφετείο με την υπ’ αριθμ. 485/2017 απόφασή του δικαιώνει ξανά τη Δούρου, που είχε στραφεί κατά του πρώην βουλευτή της ΝΔ και υπουργού, Α. Ντινόπουλου, όταν ο τελευταίος σε τηλεοπτική εκπομπή στις 14 Μαρτίου 2014, έκανε αναπαραγωγή των γνωστών συκοφαντικών ισχυρισμών, αναφερόμενος επανειλημμένα σε δήθεν σχέση της ως «συμβούλου του Άκη Τσοχατζόπουλου», κλπ, κλπ., χαρακτηρίζοντάς την «κρατικοδίαιτη», «παρακολούθημα του ΠΑΣΟΚ», «γνήσια εκπρόσωπο της κυρίαρχης αριστεράς του χαβιαριού». Χρησιμοποιώντας φράσεις του τύπου «Το καταγγέλλετε τώρα το ΠΑΣΟΚ αλλά στην αυλή του παρεπιδημούσατε», «όταν εσείς παρεπιδημούσατε ως κρατικοδίαιτη στην αυλή του Άκη Τσοχατζόπουλου και στο Υπουργείο Άμυνας… ασφαλώς και δεν σας ζητάω συγγνώμη και επαναλαμβάνω ότι επί έξι μήνες και επί υπουργείας Άκη Τσοχατζόπουλου υπηρετούσατε το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας ως κρατικοδίαιτη…»
Η απόφαση του Εφετείου είναι καταπέλτης σε βάρος του Ντινόπουλου, που πήγε για μαλλί και βγήκε κουρεμένος (ήταν αυτός που προσέφυγε στο Εφετείο αφού καταδικάστηκε πρωτόδικα). Το Εφετείο αναφέρεται σε όλα τα στοιχεία που αποδεικνύουν τον ψευδή και συκοφαντικό χαρακτήρα των δηλώσεων Ντινόπουλου («η συνεργασία της με το Ινστιτούτο Αμυντικών Αναλύσεων εξαντλήθηκε στη συγγραφή των προεκτεθεισών μελετών», «ούτε εξάλλου αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα προσελήφθη με βάση σύμβαση εργασίας ως σύμβουλος του άνω υπουργού», «ο χρόνος κατά τον οποίο συνέπεσε η απασχόληση της ενάγουσας με βάση τις άνω συμβάσεις με τη θητεία του Ακη Τσοχατζόπουλου ως υπουργού, είναι αυτός των δύο μηνών προ του τερματισμού της θητείας του τελευταίου στις 24/10/2001, γεγονός που αναγκαίως σημαίνει ότι η αξιόποινη συμπεριφορά του άνω υπουργού είχε ήδη ολοκληρωθεί χωρίς τη μεσολάβηση οιουδήποτε συμβουλευτικών χειρισμών εκ μέρους της ενάγουσας, όπως εμμέσως πλην σαφώς υπονόησε ο εναγόμενος»).
Η απόφαση παίρνει μεγαλύτερη διάσταση, με ευθεία αναφορά στα αίσχη τα οποία παρακολουθούμε καθημερινά από συγκεκριμένο τμήμα των ΜΜΕ, εις βάρος στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς υπογραμμίζει ότι ο Ντινόπουλος «έχοντας και την ιδιότητα του μάχιμου δημοσιογράφου επί μακρό χρονικό διάστημα (…) είχε πλήρη γνώση της αναλήθειας των άνω ισχυρισμών του, καθόσον η ενάγουσα επανειλημμένως από το 2012 και εντεύθεν, και επ’ αφορμή δημοσιευμάτων σε αθηναϊκές εφημερίδες που την παρουσίαζαν ως επιμελώς αποκρύπτουσα τη συνεργασία της με το «Ινστιτούτο το Άκη», επανειλημμένως και με πληθώρα δημοσιευμάτων είχε διαψεύσει τα δημοσιεύματα και είχε αναφέρει ότι συμμετείχε για χρονικό διάστημα διετίας περίπου (2001 – 2003) ως πολιτική αναλύτρια με την ευθύνη εκπόνησης εργασιών στο ΙΑΑ χωρίς ουδεμία συμμετοχή (συμβουλευτική ή άλλη) στις νόμιμες αλλά και επιλήψιμες δραστηριότητες του εν λόγω υπουργού (…). Πολύ περισσότερο αφού, καλώς γνώριζε, ότι ουδέποτε το όνομα της ενάγουσας δεν συνδέθηκε με οποιαδήποτε ποινικώς αξιόλογη πράξη κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα. Μάλιστα, από τους δικαστές καταλογίζεται δόλος στον Αργ Ντινόπουλο: «Ενδεικτικό δε στοιχείο του δόλου του εναγομένου υπήρξε η επιμονή στους επίδικους ισχυρισμούς του (…)».
Τέλος το Εφετείο ήταν ξεκάθαρο για το είδος του αδικήματος: «αποδεικνύονται τα στοιχεία της αντικειμενική και υποκειμενικής υπόστασης του αδικήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης, ώστε πρέπει ο λόγος έφεσης του εκκαλούντος με τον οποίο επαναφέρεται ο συναφής ισχυρισμός (ένσταση) του να απορριφθεί ως αβάσιμος. Περαιτέρω αποδείχθηκε, ότι από την αδικοπρακτική (παράνομη και υπαίτια) συμπεριφορά του εναγομένου η ενάγουσα υπέστη ηθική βλάβη καθόσον προσεβλήθη η προσωπικότητά της και τέθηκε σε αμφιβολία η ηθικής της υπόσταση στον κοινωνικό και επαγγελματικό της περίγυρο». Τα είπαν όλα οι δικαστές.Και μάλιστα επιδίκασαν και «εύλογη χρηματική ικανοποίηση» για την «αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη από την προμνησθείσα παράνομη και υπαίτια πράξη του εναγομένου ανέρχεται στο ποσό των δέκα χιλιάδων ευρώ».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου